Αρχισαν τα όργανα από τα Πανεπιστήμια επιτέλους με τις Γενικές Συνελεύσεις να βράζουν σαν καζάνια.
Εν αναμονή της 3ης Σεπτέμβρη. Αγωνία για το πόσοι θάμαστε. Ποιοι θάμαστε.. Αυτήν την αγωνία θυμηθείτε τη παρακάτω.
Ετοιμασίες, αμηχανία, τι θα λέει το φλάϊερ μήπως παρεξηγηθεί κανείς. Θα κάνουμε πλακάτ;
Εν αναμονή της 3ης Σεπτέμβρη. Αγωνία για το πόσοι θάμαστε. Ποιοι θάμαστε.. Αυτήν την αγωνία θυμηθείτε τη παρακάτω.
Ετοιμασίες, αμηχανία, τι θα λέει το φλάϊερ μήπως παρεξηγηθεί κανείς. Θα κάνουμε πλακάτ;
Παιδιά εμάς πάρτε και πάμε!
Γρίνες τέλος. «Κομματόσκυλα» εναντίον «απολίτικων» και «ιδιοκτήτες πλατείας» εναντίον «πούλμαν» τέλος.! Τέλος, όμως!
Εγώ είμαι ρε! Εγώ! Δε με θυμάσαι που σου έδωσα το μαντήλι μου στις 29, δε με θυμάσαι που με ψέκασες στη Διονυσίου Αεροπαγίτουμε μααλόξ. Εγώ σε θυμάμαι! φορούσες πράσινη μπαντάνα κι έβλεπα μόνο τα μάτια σου όταν έτρεξες δίπλα μου στη στοά της Μητροπόλεως και με έσπρωξες και να μη με βρει η πέτρα. Είσαι ο διπλανός μου! Το Υπερόπλο μου. Με σένα θα κατέβω. Τα μάτια σου θα ψάξω να βρω. Αντέχω ακόμα μάτια μου! Μόνο με σένα θα αντέξω.
Πρέπει να αντέξεις κι εσύ για μένα. Εχουμε δουλειά.
Πρέπει να φύγουν! Κάθε μέρα που περνάει σπαραλιάζουν τα πάντα! Μας πεθαίνουνε λίγο λίγο! Σαν σαράκι τρώνε ότι πιο πολύτιμο έχουμε: Την αξιοπρέπειά μας. Μαζί με το χαμόγελό μας. Κύκλους μαύρους γέμισαν τα μάτια. Παραμιλάει ο κόσμος στο δρόμο από την αφραγκιά από την απελπισία!
Τι περιμένουμε; τις εκλογές; Πήγε ο Βαγγέλης να δει τον Αντώνη. Θα περιμένεις το πόρισμα στο σπίτι σου, στην τηλεόραση ή θα ‘ρθεις στο ραντεβού; Εκεί που πάντα δίναμε ραντεβουδάκι από μικροί. Στην Πλατεία. Στην Πλατεία της καρδιάς μας.
ΑΪντε μαζέψου κι έχεις δουλειά . Δουλειά να μιλήσεις με το γείτονα, με το συνάδελφο, με το συμμαθητή. Να του πεις τι ωραία περνάμε στο πάρτυ με τους διπλανούς μας. Πόσο ωραίο θα είναι το γλέντι. όταν υπό τους ήχους χίλιων ζουρνάδων θα ξεπροβοδίζουμε αυτά τα καθάρματα στον αγύριστο. Πόσο γοητευτικό είναι που παίρνουμε τις ζωές μας στα χέρια μας.
Πόσο ωραίο είναι που αντέχω μόνο για σένα! Μάτια μου!
Εγώ είμαι ρε! Εγώ! Δε με θυμάσαι που σου έδωσα το μαντήλι μου στις 29, δε με θυμάσαι που με ψέκασες στη Διονυσίου Αεροπαγίτουμε μααλόξ. Εγώ σε θυμάμαι! φορούσες πράσινη μπαντάνα κι έβλεπα μόνο τα μάτια σου όταν έτρεξες δίπλα μου στη στοά της Μητροπόλεως και με έσπρωξες και να μη με βρει η πέτρα. Είσαι ο διπλανός μου! Το Υπερόπλο μου. Με σένα θα κατέβω. Τα μάτια σου θα ψάξω να βρω. Αντέχω ακόμα μάτια μου! Μόνο με σένα θα αντέξω.
Πρέπει να αντέξεις κι εσύ για μένα. Εχουμε δουλειά.
Πρέπει να φύγουν! Κάθε μέρα που περνάει σπαραλιάζουν τα πάντα! Μας πεθαίνουνε λίγο λίγο! Σαν σαράκι τρώνε ότι πιο πολύτιμο έχουμε: Την αξιοπρέπειά μας. Μαζί με το χαμόγελό μας. Κύκλους μαύρους γέμισαν τα μάτια. Παραμιλάει ο κόσμος στο δρόμο από την αφραγκιά από την απελπισία!
Τι περιμένουμε; τις εκλογές; Πήγε ο Βαγγέλης να δει τον Αντώνη. Θα περιμένεις το πόρισμα στο σπίτι σου, στην τηλεόραση ή θα ‘ρθεις στο ραντεβού; Εκεί που πάντα δίναμε ραντεβουδάκι από μικροί. Στην Πλατεία. Στην Πλατεία της καρδιάς μας.
ΑΪντε μαζέψου κι έχεις δουλειά . Δουλειά να μιλήσεις με το γείτονα, με το συνάδελφο, με το συμμαθητή. Να του πεις τι ωραία περνάμε στο πάρτυ με τους διπλανούς μας. Πόσο ωραίο θα είναι το γλέντι. όταν υπό τους ήχους χίλιων ζουρνάδων θα ξεπροβοδίζουμε αυτά τα καθάρματα στον αγύριστο. Πόσο γοητευτικό είναι που παίρνουμε τις ζωές μας στα χέρια μας.
Πόσο ωραίο είναι όταν μου κρατάς το χέρι!
Έχω διαβάσει τα τελευταία σου 3 κείμενα και πλέον δηλώνω φαν!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠιστεύω πως κάνεις λάθος, ελπίζω να έχεις δίκιο και λέω να βοηθήσω και εγώ η ελπίδα να νικήσει την πεποίθηση για μια φορά.
Δεν θα ήταν υπέροχο;